ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΩΝ ΟΝΕΙΡΩΝ
...παραμύθι της ομάδας εφήβων του πρώτου ΔΕΝ στην Ξάνθη - Άνοιξη 2003...
Πριν πολλά χρόνια όταν ο άνθρωπος δεν είχε ανακαλύψει καινούρια εδάφη, απ’ το βυθό της θάλασσας εμφανίστηκε ένα τεράστιο βουνό. Οι θεοί το ονόμασαν το νησί τον ονείρων. Ένα νησί όπου όλα το όνειρα μπορούν να γίνουν πραγματικότητα.. Οι θεοί το έκρυψαν στις ποιο μακρινές θάλασσες, στα ποιο αγρία νερά, όπου να μη μπορεί να περάσει καμία ζωντανή ψυχή. Το νησάκι των ονείρων έκρυβε πολλά. Έτσι μια ομάδα ερευνητών αποφάσισε με ένα καράβι να το βρει το νησί τον ονείρων για να το κατοικήσει, να απλώσει της ρίζες του και να το γνωρίσει σε όλο το κόσμο. Η πορεία προς το νησί με το πλοίο ξεκίνησε. Η ομάδα μας ήταν έτοιμη, ο Παραμυθάς έδινε το στίγμα στους υπόλοιπους για να ξεκινήσουμε. Ο Μεγάλος ετοίμαζε τα εργαλεία τα οποία θα μας βοηθούσαν στην πορεία. Κλασικά γκρίνιαζε γιατί όλη ομάδα προτιμούσε να είναι στην κουζίνα όπου η μυρωδιά του φαγητού μάγευε όλους. Στην κουζίνα ήταν η Όμορφη. Εμείς σαν ομάδα δεν ξέραμε ότι πάνω στο καράβι υπάρχει μια φούσκα η οποία αγαπούσε όλους και πήγαινε από χέρι σε χέρι και μιλούσε σε καθένα από μας. Μας την γνώρισε ένας Τρελός Ζωγράφος που τριγυρνούσε και ζωγράφιζε όλους. Και τους πίνακες τους κρεμούσε παντού. . Εκεί στο πλοίο τα άτομα της ομάδας γνωρίζονται σιγά-σιγά με τη βοήθεια της μαγικής φούσκας. Λένε τις απόψεις, τις ιδέες, τα ενδιαφέροντα και τις διαφωνίες, για τον εαυτό τους και για το νησί. Μετά από κάποιες μέρες αποφασίζουν όλοι μαζί να χτίσουν τα σπίτια τους. Τα άτομα στο νησί ήταν δεκαπέντε. Βρήκαν μια μεγάλη σπηλιά και τη χώρισαν σε δεκαπέντε δωμάτια. Ένα πρωί η Ινδιάνα θέλησε να ψαρέψει, της άρεζε πολύ η θάλασσα. Για κακή της τύχη εκείνο το πρωινό φυσούσε πολύ. Η θάλασσα ήταν ταραγμένη, τα κύματα θεόρατα, όπως ήταν επόμενο εκείνο το πρωινό ήταν αδύνατον να ψαρέψει. Την επόμενη μέρα που είχε καλό καιρό πήγε ξανά για ψάρεμα. Καθώς ψάρευε πέρασε από μπροστά της ένα άσπρο ψαράκι και της μίλησε.
Ψάρι: Γεια σου!!
Ινδιάνα: (ξαφνιασμένη) Σ’ εμένα μιλάς;
Ψάρι: Ε! σε ποιόν άλλον; Βλέπεις κανέναν άλλο εδώ;
Ινδιάνα: Μα πώς μπορείς και μιλάς; πρώτη φορά βλέπω να μιλάει ένα ψάρι!
Ψάρι: Η πρώτη φορά είναι διαφορετική.. Γιατί ήρθατε εδώ; δε ξέρεις ότι ο τόπος είναι ακατοίκητος;
Ινδιάνα: Βαρεθήκαμε την πόλη, να ζούμε πάντα με τον ίδιο τρόπο…
Θέλαμε το δικό μας νησί, θέλαμε να ζήσουμε το δικό μας όνειρο… εσύ τι λες για όλα αυτά;
Ψάρι: Μ’ αρέσει που είστε εδώ, θέλω να κάνω κάτι για σας… Κάνε μια ευχή!
Ινδιάνα: Να σου ζητήσω ότι θέλω;
Ψάρι: Ναι, ζήτα μου ότι θέλεις..
Ινδιάνα: Φτιάξε το τόπο μας γόνιμο και τους ανθρώπους καλούς!!
Ψάρι: (αφού το σκέφτηκε, χαμογέλασε) και είπε: η ώρα μου τελείωσε, θα τα πούμε μια άλλη φορά…
Η Ινδιάνα αναστατωμένη γύρισε στη σπηλιά. Φοβόταν να πει τι είχε συμβεί, πίστευε ότι θα την περάσουν για τρελή… Έκατσε σε μια γωνιά και σκέφτηκε… Ο Ψηλός ρώτησε: Τι έχεις; Αυτή αφού κοκκίνισε τον κοίταξε τρομαγμένη και του είπε: ‘ Είδα ένα λευκό, μαγικό ψάρι, το οποίο μου μίλησε’ Ο Φλου αφού άλλαξε θέση, τέντωσε τα πόδια του και της είπε: ‘Εσύ μόνο όνειρα ξέρεις να κάνεις…’
Ινδιάνα: Το ξέρω! όπως και ξέρω ότι το λευκό, μαγικό ψάρι θα ξανάρθει.
Ο Φλου χαμογέλασε και γύρισε από την άλλη πλευρά συνεχίζοντας τον ύπνο του… Μετά από ώρα είχαν κοιμηθεί όλοι, ήταν πια μεσάνυχτα… Κάποια στιγμή ο Μεγάλος ξύπνησε απ’ το πολύ κρύο και από τον ήχο του αέρα. Άρχισε να περπατάει προς την έξοδο της σπηλιάς και αντίκρισε ένα δέντρο. Ξαφνιασμένος άρχισε να φωνάζει.!
Μεγάλος: Παιδιά, παιδιά! Ξυπνήστε!!
Πολυλογάς:Τι έγινε, δε βρήκες άλλη ώρα να μας ξυπνήσεις; Ονειρευόμουνα ότι έπαιζα στον υπολογιστή ένα παιχνίδι και…
Μεγάλος: Άσε τώρα τον υπολογιστή και σήκω!
Ζωγράφος: Τι έγινε παιδιά, γιατί φωνάζετε;
Κοκκινομάλλα: Θέλω να κοιμηθώ , δε μπορώ να σας ακούω..
Μεγάλος: Σας παρακαλώ παιδιά , ξυπνήστε! Συμβαίνει κάτι παράξενο εδώ… σηκωθείτε!! Είπε φωνάζοντας.
Σηκώθηκαν όλοι μισοκοιμισμένοι και τον ακολούθησαν για να δουν τι είχε συμβεί… ‘Ένα δέντρο!!!’ είπαν όλοι μαζί.
Πολύξερος: Μα πώς φύτρωσε το δέντρο εδώ μέσα;
Μικρός: Θα σε γελάσω και δε μ’ αρέσει!
Πολύξερος: Το δέντρο δε μπορεί να φυτρώσει σε σπηλιά.
Γκρινιάρης: Παιδιά , πρέπει να βρούμε πώς βρέθηκε το δέντρο εδώ…
Η Ινδιάνα πάει κοντά στον Ψηλό και του ψιθυρίζει:
- Θυμάσαι που σου είχα πει για το λευκό, μαγικό ψάρι;
- Ναι , το θυμάμαι.
- Να λοιπόν βλέπεις τι μας χάρισε το ψάρι;
Ο Ψηλός δεν της απάντησε…
- Δε με πιστεύεις; ρωτάει η Ινδιάνα.
- Ψηλός: (μετά από λίγη σκέψη) Δεν ξέρω…
Απογοητευμένη η Ινδιάνα βγήκε από τη σπηλιά και την ακολούθησε ο Παραμυθάς:
- Τι έχεις Ινδιάνα;
- Τίποτα, καλά είμαι..
- Μα δε σε βλέπω και τόσο καλά. Σαν να σε απασχολεί κάτι..
- Ναι, μπορεί… Δεν είναι κάτι το παράξενο;
- Θα ήθελα να βοηθήσω αν μπορώ, πες μου τι έχεις;
- Τώρα δε μπορώ, μια άλλη φορά, πρέπει να σιγουρευτώ…
(έκατσε κάπου η Ινδιάνα και παρακολουθούσε την ανατολή του ηλίου..)
Οι μέρες περνούσαν και οι κάτοικοι του νησιού ήδη είχαν φτιάξει τα δωμάτια τους. Σε πέτρες και σε ξύλα είχαν χαράξει , ο καθένας τον εαυτό του και τα έβαλαν στα δωμάτια τους για διακοσμητικά. Είχαν φτιάξει επίσης μια μικρή σχεδία σε περίπτωση που θα τους χρειαζόταν καθώς και ένα ξύλινο μικρό ιστιοφόρο με δύο πανιά, το ένα κόκκινο και το άλλο μπλε. Με τη σχεδία και με το ιστιοφόρο τους εξερευνούσαν το νησί.. Την ημέρα προσπαθούσαν να κάνουν ότι μπορούν για το νησί τους , τα απογεύματα παρακολουθούσαν το ηλιοβασίλεμα που ήταν πάντα εκπληκτικό , τα βράδια άναβαν φωτιά , συζητούσαν και μετά πήγαιναν για ύπνο στη σπηλιά τους. Η Ινδιάνα μετά από μέρες αποφάσισε πάλι να πάει στην ακτή για να ονειρευτεί. Καθώς ονειρευόταν άκουσε μια φωνή από τη θάλασσα, γύρισε το βλέμμα της και είδε μπροστά της ένα μαύρο ψαράκι, το οποίο της είπε:
- Θα έρθει και πάλι!
- Ποιος;
- ‘Και πάλι θα φύγει’ , αναρωτήθηκες ποτέ πόσο διαρκούν τα όνειρα;
- Όσο το άγγιγμα μιας πεταλούδας , μιας πεταλούδας που η ψυχή της πάει… πάει να συναντήσει το όνειρο μέσα από το πέταγμά της…
- Λάθος! Η σκιά της ελπίδας θα φωτίσει και θα χαθεί (χα! χα! χα!)
- Μα γιατί το λες αυτό; Που είναι το άσπρο ψαράκι;
- Θα χαθεί για πάντα , σαν σκοτεινή αστραπή…
Η Ινδιάνα τσατισμένη του είπε:
- Εσύ είσαι το μαύρο, άσχημο και κακό ψάρι!! Φύγε.
Μαύρο ψάρι:
- Πόσο μαύρα θα είναι όλα!…
Οι χαρακτήρες του παραμυθιού:
Φούσκα – μπάλα / Πίνακες – έχω νεύρα / Δωμάτια – μαξιλάρες / Άσπρο ψαράκι – yin-yang / Μαύρο ψαράκι – yin-yang / Αέρας, κρύο – κλιματιστικό / Δέντρο – ζωγραφιά δέντρου / Διακοσμητικά – φιγούρες / Ανατολή ήλιου, ηλιοβασίλεμα – τηλεόραση / Φωτιά – καλοριφέρ / Πανιά ιστιοφόρο – κουρτίνες
Παραμυθάς – Μάκης / Μεγάλος – Παναγιώτης / Όμορφη – Σετσίλ / Τρελός Ζωγράφος – Ορχάν / Ινδιάνα – Γκιουλάι / Ψηλός – Τάσος / Φλου – Φατίχ / Πολυλογάς – Χρήστος / Κοκκινομάλλα – Δήμητρα / Πολύξερος – Σταύρος / Μικρός – Γιάννης / Γκρινιάρης – Δημήτρης / Υπναρού – Μπετούλ / Πεταλούδα – Ειρήνη / Το παιδί της πόλης - Νίκος